(Απόσπασμα
από το βιβλίο «Το Γιασεμί»)
[…]
«Ευχαριστώ για το χρόνο σας» είπε η Ανθή και στην προσπάθειά της να της δώσει
το χέρι, έπεσε στο πάτωμα η τσάντα που είχε τόση ώρα στα πόδια της.
Οι
δύο γυναίκες έσκυψαν να μαζέψουν τα πράγματα που εμπεριείχε η τσάντα. Η Ανθή έσκυψε
σε τέτοιο σημείο που το στέρνο και οι ώμοι της ήταν ευδιάκριτοι από την
Κατερίνα, η οποία αντίκρισε τους μώλωπες και τα βίαια μελανά σημάδια πάνω τους,
τα οποία όση ώρα ήταν καθισμένες δεν ήταν εμφανή.
«Ωχ,
πόσο αφηρημένη είμαι. Μπορεί το κινητό να μου πέσει πάνω από πέντε φορές μέσα
στη μέρα…» είπε αδέξια η Ανθή, ενώ η Κατερίνα δε σταμάτησε τα παρατηρεί τα
σημάδια, που είχε πάνω στο σώμα της.
Η
Ανθή κατάλαβε από το βλέμμα της Κατερίνας είδε τα σημάδια και αμέσως με
γρήγορες κινήσεις μάζεψε όπως κι όπως τα πράγματά της, και προχώρησε , για να
βγει από την πόρτα.
«Πρέπει
να φυγ…» είπε χαμηλόφωνα, πλημμυρισμένη από το αίσθημα της ντροπής που την
κατέβαλλε εκείνη την ώρα.
«Μην
ανησυχείτε!» της απάντησε αμέσως η Κατερίνα και έκανε ένα βήμα, για να πάει κοντά
της. « Δε θα πρέπει εσύ να νιώθεις
άσχημα! Είσαι ο τελευταίος άνθρωπος που θα πρέπει να ντρέπεται για αυτό…» της
είπε συγκαταβατικά αλλάζοντας σε ενικό αριθμό την προσφώνησή της αλλά και τον
τόνο της φωνής της, ο οποίος αυτομάτως έγινε πιο προσιτός.
Η
Ανθή κοντοστάθηκε στην πόρτα και κρατούσε σφιχτά το χέρι της πόρτας. Τα μάτια
της ήταν βουρκωμένα, έτοιμα να στάξουν τα καυτά τους δάκρυα πάνω στο ζεστό της
πρόσωπο.
«Θέλεις
να καθίσεις λίγο;» τη ρώτησε γλυκά και με ζεστασιά η Κατερίνα.
Το
κουδούνι του σχολείου ήχησε για ακόμη μία φορά, υπενθυμίζοντας τα παιδιά να
εισέλθουν στις τάξεις τους για τη διεξαγωγή της επόμενης διδακτικής ώρας.
«Έχω
κενό αυτήν την ώρα…» συνέχισε η Κατερίνα.
«Όχι…
πρέπει να φύγω…»
Η
Κατερίνα την πλησίασε ακόμα πιο πολύ με ένα μεγάλο βήμα, εμποδίζοντας
διακριτικά να ανοίξει την πόρτα.
«Αν
τα μαθήματα δημιουργούν πρόβλημα στο σπίτι σας…»
«Δεν
είναι αυτό, όχι…» απάντησε χαμηλόφωνα η Ανθή, έχοντας σκυμμένο το κεφάλι της
στο πάτωμα επειδή ντρεπόταν τόσο πολύ για την κατάσταση της.
«Είναι
πολύ δύσκολο… θέλει μεγάλη δύναμη, για να βγεις από όλη αυτή την κατάσταση…
επειδή δε θέλεις να μιλήσεις, τουλάχιστον σε μένα… υπάρχει η γραμμή s.o.s 15900 για την άμεση υποστήριξη
γυναικών θυμάτων βίας…» συνέχισε η
Κατερίνα.
Η
Ανθή σήκωσε γρήγορα το βλέμμα της και την κοίταξε βαθιά στα μάτια, μόλις άκουσε
τις λέξεις θυμάτων και βία.
«Μπορώ
να καταλάβω πόσο δύσκολο είναι, αλλά θα πρέπει όχι μόνο να το αποδεχτείτε, αλλά
να το παραδεχτείτε πρώτα στον εαυτό σου και μετά να ζητήσετε βοήθεια… όσο
σκληρό και αν ακούγεται αυτό που σας λέω…»
«Δε
μπορώ… όχι… δε μπορώ…» απάντησε με λυγμούς.
Η
Ανθή άνοιξε την πόρτα της μικρής αίθουσας και έφυγε τρέχοντας, ενώ η Κατερίνα προσπάθησε να τη
σταματήσει. Την ακολούθησε μέχρι τον αυλόγυρο, αλλά τα βήματα της Ανθής ήταν
γρήγορα, τόσο γρήγορα λες και ήθελε να ξεφύγει μακριά από τους δαίμονές της.
Μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα, η Ανθή χάθηκε από το οπτικό πεδίο της Κατερίνας και
το βλέμμα της τελευταίας έμεινε καρφωμένο στη φυγή ενός ακόμα θύματος. Πόσα και πόσα θύματα καθημερινά κρύβονται και
προσπαθούν να το σκάσουν… Πάντα μένουν όμως στην προσπάθεια, γιατί τους
κυριεύει ο φόβος πως θα ζήσουν μεγαλύτερη βία από αυτή που υπόκεινται ήδη και
τους καθηλώνει στο ίδιο σημείο… στάσιμους…
με μία μεγάλη ανοχή για τη ζωή τους αλλά κυρίως ανοχή και κρυφή οργή για τους
υπεύθυνους…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Άφησε το σχόλιο σου εδώ/ Leave your comment here